ΡΩΜΗ

ΡΩΜΗ

Σάββατο 13 Μαΐου 2017

GIOTTO DI BONDONE


Η ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ (1303-1304) Νωπογραφία 200Χ185εκ. Πάδοβα, Παρεκκλήσιο Σκροβένι


Ο Βοκάκιος στο περίφημο «Δεκαήμερο» μιλά για τη νοημοσύνη, την επιδεξιότητα και την ευθυκρισία του Τζότο. Λέει ότι ήταν ένας άνθρωπος που έβλεπε καθαρά τον κόσμο που αντίκρυζε. Συνομήλικος και φίλος του Δάντη ο ζωγράφος είχε συνδεθεί επίσης με τον νεαρό τότε ποιητή Πετράρχη.

Στη «Θεία Κωμωδία» στο «Καθαρτήριο ΙΑ’» ο Δάντης παρουσιάζει τον Τσιμαμπούε που πέθανε το 1302 σαν τον μεγάλο εμπνευστή της ιταλικής ζωγραφικής που όμως τον ξεπέρασε ο μαθητής του Τζότο. Ο Άρνιμ Βίνκλερ τονίζει ότι ο «Τζότο υπήρξε ο πρώτος ζωγράφος του οποίου το έργο έχει ως βασικό γνώρισμα την εξατομίκευση των προσώπων. Ξεπέρασε τις φόρμουλες της προηγούμενης ζωγραφικής όπου ο χώρος δεν εκφράζεται, τις αντικατέστησε με μια ρεαλιστική εικόνα του κόσμου και του ανθρώπου. Κατά τον ίδιο σχολιαστή υπήρξε ο εμπνευστής μιας επαναστατικής στροφής στη ζωγραφική.

Ο θεμελιωτής της δυτικής ζωγραφικής Τζότο μέσα από τα αριστουργηματικά έργα και τις νωπογραφίες του προετοίμασε το έδαφος για την ιταλική αναγέννηση. Ο Τζότο έφτασε στην Πάδοβα το 1302 προσκεκλημένος των Φραγκισκανών. Ο Ενρίκο Σκροβένι τραπεζίτης και ισχυρός άνδρας της πόλης, αγόρασε το 1300 μία μεγάλη έκταση στην περιοχή που ονομαζόταν “della arena” επειδή παλιότερα υπήρχε εκεί ένα ρωμαϊκό αμφιθέτρο. Σε αυτή την τοποθεσία έχτισε το μέγαρό του το οποίο δεν υπάρχει σήμερα και το οικογενειακό παρεκκλήσιο.

Ο Τζότο ξεκίνησε τη διακόσμηση του παρεκκλησίου με νωπογραφίες στις 31 Μαρτίου 1303. Το παρεκκλήσιο Σκροβένι καταλαμβάνει ιδιαίτερα μεγάλη έκταση και αποτελείται από ένα κλίτος με μικρό θόλο. Η αρχιτεκτονική του παρεκκλησίου είναι απόλυτα δεμένη με τη ζωγραφική τόσο ώστε θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει πως το παρεκκλήσιο το σχεδίασε ο ίδιος ο Τζότο.

Η εικονογράφηση του παρεκκλησίου είναι εμπνευσμένη από τη Legenda aurea του Γιάκομπους ντε Βοραγίνι (1229-98) και από τους Στοχασμούς για τη ζωή του Ιησού Χριστού του Ψευδο – Μποναβεντούρα. Πρόκειται για μια εξαιρετική εικονογραφική σύλληψη, ο Τζότο αντικατέστησε τις ιερατικές μορφές με πρόσωπα ζωντανά παρμένα από την πραγματικότητα, ανθρώπους καθημερινούς, εκφραστικούς. Ο Τζότο υπήρξε δεξιοτέχνης της σκηνογραφίας και μετέτρεψε τις θρησκευτικές παραστάσεις στα φατνώματα σε ζωγραφισμένα παράθυρα. Σε όλο το παρεκκλήσιο κυριαρχεί ένα φωτεινό μπλε χρώμα, το οποίο δεσπόζει στην επιφάνεια του θόλου και συνοδεύεται με χρυσά αστέρια που συμβολίζουν τον ουρανό.

Η συγκεκριμένη νωπογραφία είναι από τη σειρά ιστορίες του Χριστού και παρουσιάζει την άφιξη των τριών μάγων μπροστά από το θείο βρέφος που κρατάει η Παναγία στα γόνατά της. Δίπλα στην Παναγία βρίσκεται ο Ιωσήφ και οι άγγελοι. Ο πρώτος μάγος έχει γονατίσει και προσκυνάει το βρέφος ενώ πίσω του στέκονται οι άλλοι δύο με το βοηθό τους που επιβλέπει τις καμήλες. Η σύνθεση είναι γεμάτη ζωτικότητα και κίνηση, έχει σκηνογραφική διάθεση και θεατρική απόδοση. Ο Τζότο ήταν εξαιρετικός χειριστής του χρώματος όπως φαίνεται και στη συγκεκριμένη νωπογραφία. Ενδεικτική είναι η ζωντάνια των χρωμάτων ειδικότερα στο φόντο αλλά και στα ενδύματα των μορφών. Το πορφυρό χρώμα του φορέματος της Παναγίας και τα λαμπερά ενδύματα με τις στιλπνές πτυχώσεις τους το αποδεικνύουν. Επίσης τα φωτοστέφανα με τη χρυσή χρωματική τους ένταση.




Η ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ 1303-1304 Νωπογραφία 200Χ185εκ. Πάδοβα, Παρεκκλήσιο Σκροβένι




Ο Τζότο αποκαλύπτει πόσο καλά ήξερε να χρησιμοποιεί το χρώμα, αξιοποίησε τις παλιές τεχνικές που δεν χρησιμοποιούνταν την εποχή εκείνη στην Ιταλία. Όπως επίσης τη χρήση γύψου αντί για μάρμαρο καθώς και εξεζητημένους τρόπους για να δώσει έμφαση σε σύμβολα και μορφές. Ακόμα ο Τζότο πειραματίστηκε με τεχνικές εισάγοντας διάφορες καινοτομίες με υλικά και χρωστικές αλλά και με τον τρόπο που δουλεύονταν τα υλικά. Τα χρυσά στοιχεία που εισάγει ομορφαίνουν τις συνθέσεις του και φανερώνουν τις επιρροές του από τα ψηφιδωτά της Ρώμης και της Ραβένας αλλά και από τα έργα τέχνης από χρυσό της Βενετίας.

Ο Ενρίκο Σκροβένι προσδοκούσε να γίνει κυρίαρχος της Πάδοβας με αυτό το εγχείρημα και να δώσει κύρος και αίγλη στην πόλη του. Το 1320 όμως εξορίστηκε και το 1336 πέθανε και ενταφιάστηκε στο παρεκκλήσιο. Σημαντικοί καλλιτέχνες όμως ακολούθησαν αργότερα το παράδειγμα του Τζότο σε ύφος προσωπικό αφού η καλλιτεχνική δουλειά του κατόρθωσε να προκαλέσει μεγάλη αίσθηση και να δώσει την αίγλη που επιθυμούσε ο Σκροβένι στην πόλη. Στον τάφο του Τζότο στη Φλωρεντία διατηρείται ακόμη η επιγραφή «Εγώ είμαι εκείνος που ανάστησα τη νεκρή τέχνη της ζωγραφικής».

Βιβλιογραφία

Τζότο, Βιβλιοθήκη Τέχνης, Καθημερινή, 2006
Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια Τέχνης, εκδ. Φυτράκης, 1964.
www. Scrovegni chappel
E.H Gombrich, Το χρονικό της Τέχνης, ΜΙΕΤ, 2004.
Μουσεία του Κόσμου, Ουφίτσι, Φλωρεντία, Mondatori- Φυτράκης.

ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΓΑΛΙΛΕΪ (Άννα-Μαρία Σκυλά, Ζωή Κτενίδου, Νίκος Γέραλης, Ειρήνη Θεοτοκά)

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΣΤΗΝ ΡΩΜΗ



ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΓΑΛΙΛΕΙ


Γεννήθηκε στην Πίζα της Ιταλίας και από νωρίς έδειξε σημεία μιας αξιοσημείωτης ιδιοφυΐας. Ο πατέρας του ήταν ξεπεσμένος απόγονος ευγενούς Φλωρεντινήςοικογένειας και μοχθούσε για να βοηθήσει το γιο του να αποκαταστήσει τη δόξα της οικογένειας. Επιβάλλοντας μεγάλες στερήσεις στον εαυτό του και τα άλλα παιδιά του, ο πατέρας του μπόρεσε να στείλει τον Γαλιλαίο στο σχολείο και αργότερα στο Πανεπιστήμιο της Πίζας, όπου ο Γαλιλαίος γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή. Όταν κάποτε του δόθηκαν τα χρήματα άφησε το σχολείο και γύρισε στη Φλωρεντία, όπου εκείνη την εποχή ζούσε εκεί η οικογένειά του.
Ένας πλούσιος οικογενειακός φίλος, ο μαρκήσιος Γκουϊνταμπάλντο, φρόντισε να βρει ο Γαλιλαίος δουλειά κάνοντας διαλέξεις περί Φυσικής στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβας και αργότερα, ως επίσημος μαθηματικός στον Μεγάλο Δούκα της Τοσκάνης.
Ο Γαλιλαίος άρχισε να ευημερεί, αλλά δεν του έμενε καιρός να σπουδάζει Ιατρική. Η φήμη του Γαλιλαίου άρχισε να απλώνεται. Οι ευγενείς, ακόμη και βασιλείς των διαφόρων χωρών της Ευρώπης παρακολουθούσαν τις διαλέξεις του και σύντομα έφτασε να ομιλεί σε ακροατήριο που το αποτελούσαν πάνω από 2.000 διακεκριμένες προσωπικότητες της Ευρώπης.
Ο Γαλιλαίος ήταν τώρα ελεύθερος να αξιοποιήσει τα χαρίσματά του. Ο κόσμος τον εκτιμούσε και τον σεβόταν, αν και υπήρχαν και μερικοί που τον φοβόταν και τον μισούσαν. Κανένα πεδίο γνώσεως δεν ήταν για τον Γαλιλαίο απρόσφορο για έρευνα, κανείς νόμος ή ανόητη προκατάληψη δεν είχαν τόση δύναμη ώστε να τον εμποδίσουν από την εργασία του. Αντιμετώπισε έναν κόσμο που έμενε προσηλωμένος στην άγνοια και απέδειξε ότι το θάρρος είναι μια αρετή χρήσιμη όχι μόνο στα πεδία των μαχών.
Ο Γαλιλαίος συνέβαλλε σημαντικά στην επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα. Ανάμεσα σε άλλα, βελτίωσε το τηλεσκόπιο και το χρησιμοποίησε πρώτος συστηματικά για αστρονομικές παρατηρήσεις, ανακάλυψε τους τέσσερις δορυφόρους του Δία, ανακάλυψε τις ηλιακές κηλίδες και κατέγραψε πρώτος τις κινήσεις τους, εφηύρε τους νόμους του εκκρεμούς που χρησιμοποιήθηκαν στα ρολόγια, διατύπωσε το νόμο της πτώσεως των σωμάτων (που αποδεικνύει ότι η βαρύτητα επιδρά στην ταχύτητα των σωμάτων όταν υψώνονται ή πέφτουν), εφηύρε ένα θερμόμετρο και ένα υπολογιστικό διαβήτη, και υποστήριξε τις θεωρίες του Κοπέρνικου για το Ηλιακό Σύστημα
Αναφέρεται ως ο «πατέρας της σύγχρονης Αστρονομίας» και ο πρώτος φυσικός με τη σύγχρονη σημασία του όρου, καθώς ήταν ο πρώτος που αντικατέστησε την υποθετική-επαγωγική μέθοδο με την πειραματική και εισηγήθηκε τη μαθηματικοποίηση της φυσικής. Η σταδιοδρομία του συνέπεσε με αυτή του Γιοχάνες Κέπλερ. Η θεωρία του ηλιακού συστήματος υποστήριξε ότι η Γη και οι άλλοι πλανήτες στρέφονται γύρω από τον Ήλιο. Η κοινή αντίληψη της εποχής ήταν ότι ο Ήλιος, η Σελήνη και τα άστρα γύριζαν γύρω από τη Γη, η οποία έμενε ακίνητη.
Επειδή ο Γαλιλαίος τόλμησε να αντιταχθεί στην παραδεδεγμένη διδασκαλία, δημιούργησε πολλούς εχθρούς, και τον θεώρησαν αιρετικό. Η σύγκρουσή του με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησίααναφέρεται πολλές φορές ως παράδειγμα σύγκρουσης της εξουσίας με την ελευθερία της σκέψης και ειδικά με την επιστήμη στην Δυτική κοινωνία, αν και στην πραγματικότητα, μετά την κατασκευή του τηλεσκοπίου από τον Γαλιλαίο το 1609 και τις παρατηρήσεις του, ο διωγμός, πρωτογενώς, εξυφάνθηκε στο χώρο των αριστοτελικών επιστημόνων του Πανεπιστημίου της Πάδοβας, που αμφέβαλαν για την εγκυρότητα των αστρονομικών του ανακαλύψεων και αγωνίστηκαν να συγκεντρώσουν υποψίες για το άτομο του στα μάτια των εκκλησιαστικών αρχών. Την ποινή φυλάκισης του Γαλιλαίου μετέτρεψε σε κατ' οίκον περιορισμό ο Πάπας Ουρβανός Η΄, ενώ τρεις από τους δέκα καρδινάλιους δικαστές αρνήθηκαν να υπογράψουν την καταδίκη του.
Αν και τον ανάγκασαν να αποκηρύξει δημόσια τις πεποιθήσεις του, ο Γαλιλαίος μυστικά εξακολουθούσε να πιστεύει στην ηλιοκεντρική θεωρία του και ποτέ δεν άλλαξε γνώμη. Από την ιστορία του Γαλιλαίου έμεινε παροιμιώδης η φράση: "Και όμως κινείται". Κατά την παράδοση, ο Γαλιλαίος τελειώνοντας την απαγγελία της "απαρνήσεως" των πεποιθήσεών του, που έκανε γονατιστός μπροστά στην Ιερά Εξέταση και καθώς σηκωνόταν, χτύπησε το πόδι του στο έδαφος και πρόσθεσε: "Και όμως κινείται" (εννοώντας τη Γη). Στην πραγματικότητα, τη φράση αυτή ή δεν την είπε ποτέ ή κι αν την είπε δεν την άκουσαν οι δικαστές του. Γιατί τότε δεν θα ξέφευγε την καταδίκη του σε θάνατο "επί της πυράς". Πάντως η φράση αυτή απέμεινε σαν σύμβολο της δύναμης της επιστήμης έναντι σε κάθε προσπάθεια να σκεπαστεί το φως της αληθινής γνώσης.
Ο τάφος του μεγάλου επιστήμονα βρίσκεται στον Καθεδρικό Ναό του Σάντα Κρότσε (του Τιμίου Σταυρού) της Φλωρεντίας. Ανά τους αιώνες, χιλιάδες κόσμου έχουν επισκεφτεί το μέρος εκείνο για να τιμήσουν τη μνήμη του μεγάλου ανδρός που είχε το θάρρος να κηρύξει εκείνο που πίστευε σ' έναν κόσμο που του ήταν εχθρικός. Τη χρονιά του θανάτου του Γαλιλαίου γεννήθηκε ο Ισάακ Νεύτων, που βασιζόμενος μεταξύ άλλων στη δουλειά του Γαλιλαίου και του Κέπλερ ολοκλήρωσε την επιστημονική επανάσταση στον τομέα της φυσικής και έθεσε τα θεμέλια της κλασικής φυσικής. Ο Πάπας αποκατέστησε τη μνήμη του Γαλιλαίου στις 31 Οκτωμβρίου 1992, 300 χρόνια μετά το διωγμό του.



ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΓΚΩΝΙΤΗΣ



Ο Κυριακός Αγκωνίτης (Ciriaco di Ancona), ή Κυριάκος Πιτσικόλι (Ciriaco de Pizzicolli, 1391 - 1452), όπως είναι το πραγματικό του όνομα, υπήρξε ο σημαντικότερος αρχαιοδίφης της εποχής της Ανναγέννησης ενώ θεωρείται ο πρόδρομος τόσο του περιηγητισμού, όσο και της σύγχρονης επιστήμης της αρχαιολογίας. Ιταλός έμπορος και ουμανιστής, με καταγωγή από την Αγκώνα, πραγματοποίησε ένα πλήθος ταξιδιών για εμπορικούς σκοπούς στην νότια Ιταλία, την Ελλάδα, την Αίγυπτο και τη Μέση Ανατολή. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, η προσοχή του προσελκύστηκε από το πλήθος αρχαιοτήτων που συνάντησε στις περιοχές αυτές. Γι' αυτόν τον λόγο άρχισε να ταξιδεύει για αμιγώς ερευνητικούς σκοπούς, με στόχο την λεπτομερή και σχολαστική καταγραφή των αρχαίων μνημείων, την πραγματοποίηση σχεδίων, την συλλογή αρχαίων έργων τέχνης (μεταλλίων, αγαλματιδίων ή χειρογράφων) και την αντιγραφή αρχαίων επιγραφών. Στις έρευνές του συναντούμε πρώιμα δείγματα επιστημονικής μεθοδολογίας, με την πραγματοποίηση τοπογραφικών παρατηρήσεων, τον σχεδιασμό κατόψεων και την σύγκριση πηγών και χειρογράφων. Δείγματα της μεθοδολογίας αυτής συναντούμε πολύ αργότερα, τον 19ο πλέον αιώνα, στο έργο περιηγητών κι αρχαιολόγων που θα συγκροτήσουν σταδιακά την επιστήμη της αρχαιολογίας, ενώ στη συλλογή των χειρογράφων με τις παρατηρήσεις του και τις καταγραφές του στα μνημεία της αρχαιότητας, που αποτελεί ένα εξάτομο έργο με τον τίτλο Commentaria, θα βασιστούν πολλοί μεταγενέστεροι μελετητές. Δυστυχώς τα Commentaria καταστράφηκαν σε πυρκαγιά το 1514, με αποτέλεσμα να εξαφανισθούν πολλές πολύτιμες πληροφορίες που αφορούσαν στις ελληνικές αρχαιότητες, οι οποίες την εποχή του Κυριακού, τον 14ο - 15ο αιώνα, σώζονταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση σε σύγκριση με τον 19ο αιώνα, οπότε πραγματοποιήθηκε και η συστηματική πλέον αρχαιολογική τους έρευνα. Αποσπάσματα του έργου του συναντά κανείς σε χειρόγραφα που βρίσκονται σε ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες, κυρίως στη Γερμανία και την Ιταλία.





Τη Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου το Μέγαρο Μουσικής φιλοξένησε δύο ακόμα διαλέξεις του ετήσιου κύκλου ομιλιών «Η Ελλάδα και η Δύση». Στα μικρόφωνα βρέθηκαν οι Ελένη Τούντα, Λέκτορας στον Τομέα Αρχαίας Ελληνικής, Ρωμαϊκής, Βυζαντινής και Μεσαιωνικής Ιστορίας της Δύσης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, που μίλησε για τη «Δ΄ Σταυροφορία (1204) ανάμεσα στην ιστορία και στην ιστοριογραφία» και ο Νικήτας Σινιόσογλου, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Κέμπριτζ που ανέπτυξε το θέμα «Μνήμη και ανάμνηση στον Κυριάκο Αγκωνίτη: προς μια φιλοσοφία της περιπλάνησης».

Θα σταθώ στη δεύτερη ομιλία, η οποία οφείλω να ομολογήσω πώς ήταν από τις καλύτερες που έχω παρακολουθήσει τα τελευταία χρόνια. Κύριο θέμα της ήταν η γνωριμία του κοινού με τον σημαντικότερο αρχαιοδίφη της περιόδου της Αναγέννησης, τον Ιταλό Κυριακό Αγκωνίτη (1391-1452). Ο Κυριακός ήταν έμπορος από την Ανκόνα που από πολύ μικρή ηλικία ήρθε σε επαφή με αρχαιολογικά αντικείμενα του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Ηταν χριστιανός, αποκαλούσε όμως τον Ιησού ενσαρκωμένο Δία και δεν δίσταζε να προσευχηθεί μία στον ευαγγελιστή Λουκά και την άλλη στην Αρτεμη. Αγαπημένος του θεός ήταν ο Ερμής, προστάτης των εμπόρων και των ταξιδευτών. Από την ενηλικίωσή του και έπειτα ξεκίνησε να ταξιδεύει σε όλη τη Μεσόγειο (Αδριατική, Ελλάδα, Μ. Ασία, Αίγυπτο κ.α), με σκοπό να συναντήσει από κοντά τα λείψανα του χαμένου αυτού πολιτισμού. Τον απασχολούσαν έντονα τα ζητήματα της καταγραφής αρχαίων επιγραφών και της συλλογής αγαλματιδίων και άλλων αντικειμένων εκείνης της περιόδου και στις μέρες μας οι αρχαιολόγοι τον θεωρούν πρόδρομο της αρχαιολογικής επιστήμης. Ηταν άλλωστε ο πρώτος από την εποχή του που πέρασε το στάδιο της κειμενογραφικής αναζήτησης και εισήλθε στο πεδίο της επιτόπιας έρευνας.

Κύριο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του Κυριακού, ο οποίος αξίζει να αναφέρουμε πως υπήρξε φίλος του Πλήθωνα Γεμιστού, είναι η ίδια προσέγγιση της φιλοσοφίας των περιπλανήσεών του. Κι αυτό διότι δεν μοιάζει να συγκινείται από τους τόπους που επισκέπτεται ή από την ιστορική βαρύτητα που τους διακρίνει, αλλά από μία μάλλον παραφυσική θεώρηση του κόσμου. Ο ίδιος υποστήριζε πώς ταξίδευε από πόλη σε πόλη «υπακούοντας στην ακατανίκητη ορμή να δει, σε ένα καθεστώς υπεραυξημένης ψυχικής εγρήγορσης». Όπως ανέφερε ο Σινιόσογλου, «εν μέσω ερειπίων ο Κυριακός εντείνει ή επιβραδύνει τον περιηγητικό ρυθμό του, δημιουργεί έναν προσωπικό χρόνο που προκαλεί ισχυρές ψυχολογικές μεταβολές. Βρίσκεται διαρκώς εντός θραυσμάτων. Μιλά μέσα από αυτά. Η φωνή του φαίνεται να είναι δική τους φωνή, όμως απηχεί το πνεύμα του κάθε τόπου (genius loci)». Και πιο κάτω σημειώνει: «Δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την σπανιότητα των ευρημάτων, όσο για την ψυχική ένταση της συνάντησης μαζί τους. Η περιπλάνηση είναι πράξη επανοικειοποίησης του αρχαίου χώρου και κυρίως παρελθόντων διαθέσεων και συναισθημάτων, όσων κάποτε ενέπνευσαν επιγραφές, αναθηματικές στήλες και κατασκευές». Θα τολμούσα να συγκρίνω αυτήν ακριβώς την προσέγγιση του Κυριακού με ότι οι ασχολούμενοι με την σύγχρονη επιστήμη της Παραψυχολογίας αποκαλούν ψυχομετρία, τη δυνατότητα (ή τη διάθεση τέλος πάντων) δηλαδή κάποιων ανθρώπων να «βλέπουν» ή να αισθάνονται εικόνες, συναισθήματα και καταστάσεις, αγγίζοντας αντικείμενα.


Αναμφίβολα ο Κυριακός Αγκωνίτης υπήρξε ένας πολύ παράξενος άνθρωπος, με ξεχωριστές ανησυχίες και εμπειρίες, διαθέτοντας μια ιδιαίτερη ταξιδιωτική φιλοσοφία που μόνον όσοι έχουν καταστεί –έστω και μια φορά στη ζωή τους- αρχαιοπεριηγητές θα μπορούσαν να ψηλαφίσουν και να αξιοποιήσουν για τον εαυτό τους. Αλλωστε όπως σημειώνει ο Σινιόσογλου, «η μελαγχολία και λύπη του πλάνητα δεν ολισθαίνει στην κατάθλιψη, Το αντίθετο συμβαίνει, πυροδοτεί μια δημιουργική δίνη»… Οσοι ενδιαφέρονται να εντρυφήσουν στον σαγηνευτικό κόσμο της περιηγητικής φιλοσοφίας του Κυριακού, παραπέπονται στο βιβλίο «To Wake the Dead:A Renaissance Merchant and the Birth of Archaeology».

Σημείωση: Το κείμενο αυτό του Μηνά Παπαγεωργίου πρωτοδημοσιεύτηκε στη στήλη "Δούρειος Ίππος" του περιοδικού "Φαινόμενα" (Ελεύθερος Τύπος) στις 21/12/2013.

ΡΩΜΗ: ΚΡΗΝΕΣ, ΣΥΝΤΡΙΒΑΝΙΑ, ΠΛΑΤΕΙΕΣ, ΜΙΚΕΛΑΝΤΖΕΛΟ, ΡΑΦΑΕΛΛΟ, ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ : των Μαρία Λαχανά, Ερασμίας Σύζινου, Αγλαΐας Βλάχου


Η Κρήνη του Σαπιοκάραβου (ιταλικά: Fontana della Barcaccia) βρίσκεται στην πόλη της Ρώμης και συγκεκριμένα στην Πιάτσα ντι Σπάνια, στη βάση της διάσημης Σκαλινάτα. Ανήκει στην τεχνοτροπία του μπαρόκ και κατασκευάστηκε το 1627-28. Οφείλει το όνομά της στο πρωτότυπο σχήμα της, αυτό μιας μισοβυθισμένης βάρκας από τα πλαϊνά της οποίας κυλά νερό σε μία λεκάνη.
Την κρήνη παρήγγειλε στον Πιέτρο Μπερνίνι ο Πάπας Ουρβανός Η', σε ανάμνηση μιας φοβερής πλημμύρας του ποταμού Τίβερη το 1598. Αξιοσημείωτα, όταν αποσύρθηκαν τα νερά, παρά τη μεγάλη απόσταση από την κοίτη του ποταμού, βρέθηκε στο σημείο εκείνο μια βάρκα. Ο Πιέτρο Μπερνίνι εργάστηκε με φροντίδα για την ολοκλήρωση του έργου του, υποβοηθούμενος από τον γιο του, Τζιαν Λορέντσο. Προκειμένου να κατασκευαστεί η κρήνη δόθηκαν με ευφυή τρόπο λύσεις σε διάφορα προβλήματα με κυριότερο αυτό της χαμηλής πίεσης του νερού, το οποίο παρέχει η Άκουα Βέρτζινε. Λόγω της εγγύτητας του υδραγωγείου αυτού, η συγκεκριμένη κρήνη είναι η πρώτη που τροφοδοτείται με νερό. Ως αποτέλεσμα η πίεση του νερού δεν επαρκεί για να δημιουργηθούν εντυπωσιακοί πίδακες νερού. Επίσης ήταν απαραίτητο να ενταχθεί το έργο αρμονικά στο περιβάλλον του, κάτι που λύθηκε δίνοντάς του αφενός τη μορφή βάρκας και αφετέρου καθιστώντας το συμμετρικό (η πλώρη και η πρύμνη είναι ολόιδιες). Τέλος, το οικόσημο με τον ήλιο και τις μέλισσες είναι χαρακτηριστικά του Οίκου των Μπαρμπερίνι, μέλος του οποίου ήταν και ο Ουρβανός Η'.


Στο κέντρο της πολύβουης Πιάτσα Μπαρμπερίνι στη Ρώμη βρίσκεται η Κρήνη του Τρίτωνα (ιταλικά: Fontana del Tritone) του Τζiαν Λορέντσο Μπερνίνι. Δημιουργήθηκε για τον Πάπα Ουρβανό Η΄ το 1642, λίγο μετά την ολοκλήρωση του ανακτόρου του, του Παλάτσο Μπαρμπερίνι, που σήμερα στεγάζει την Έκθεση Αρχαίας Τέχνης. Δελφίνια ισορροπούν πάνω στα κεφάλια τους, στρίβοντας τις ενωμένες ουρές τους για να στηρίξουν ένα τεράστιο όστρακο. Πάνω σε αυτό παρουσιάζεται γονατιστός και σε υπερφυσικό μέγεθος, ο Τρίτων, μια θεότητα της θάλασσας κατά την ελληνορωμαϊκή μυθολογία. Ρίχνει πίσω το κεφάλι φυσώντας ένα πίδακα νερού ψηλά μέσα από ένα κοχύλι. Ανάμεσα στις ουρές των δελφινιών φαίνονται τα κλειδιά του Αγίου Πέτρου, η Τιάρα του Πάπα και το οικόσημο των Μπαρμπερίνι, με τις χαρακτηριστικές μέλισσες. Το σιντριβάνι αυτό από ασβεστόλιθο ήταν από τα πρώτα του διάσημου καλλιτέχνη και φτιάχτηκε για να παρέχει νερό από τo υδραγωγείο της Acqua Felice, το οποίο και ο Ουρβανός αναπαλαίωσε με μια μεγάλη γιορτή. Ήταν η τελευταία παραγγελία που ο Μπερνίνι έλαβε από το μεγάλο του προστάτη. Στην ίδια πλατεία βρίσκεται και η Κρήνη των Μελισσών του ίδιου καλλιτέχνη.


Η Κρήνη των Μελισσών (ιταλικά: Fontana delle Api) βρίσκεται στην Πιάτσα Μπαρμπερίνι της Ρώμης και συγκεκριμένα στη γωνία με τη Βία Βένετο. Αποτελεί έργο του Τζιαν Λορέντσο Μπερνίνι και έχει κατασκευαστεί το 1644.
Την παρήγγειλε ο Πάπας Ουρβανός Η΄, μέλος της οικογένειας Μπαρμπερίνι. Επειδή το σύμβολο της οικογένειας αυτής ήταν οι μέλισσες, η κρήνη διακοσμήθηκε με τα έντομα αυτά, που μοιάζουν σαν να πίνουν από το νερό που πέφτει ψηλά. Με μέλισσες είναι διακοσμημένη και η Κρήνη του Τρίτωνα, του ίδιου καλλιτέχνη, που βρίσκεται στην πλατεία αυτή, επίσης.

Η επιγραφή επάνω στην κρήνη αναγράφει:

VRBANVS VIII PONTIFEX MAXIMVS
FONTI AD PVBLICVM VRBIS ORNAMENTVM
EXSTRVCTO
SINGVLORVM VSIBVS SEORSIM COMMODITATE HAC
CONSVLVIT
ANNO MDCXLIV PONT XXI

Η Κρήνη παρουσιάζεται ως ένα ανοιχτό κοχύλι. Το κάτω κέλυφος αποτελεί τη λεκάνη όπου μαζεύεται το νερό, ενώ το άνω στηριζόταν στο Παλάτσο Σοντερίνι. Η κρήνη χρησίμευε ουσιαστικά στο πότισμα των αλόγων και αρχικά ήταν τοποθετημένη στη γωνία της Βια Σιστίνα με την Πιάτσα Μπαρμπερίνι. Μεταφέρθηκε κάπως άτεχνα το 1867. Το 1915, όταν αποφασίστηκε η ανακατασκευή της, πολλά κομμάτια της δεν μπορούσαν πια να βρεθούν και συμπληρώθηκε με ασβεστόλιθο και μάρμαρο. Το κάτω κέλυφος που κάποτε βρισκόταν στο επίπεδο του δρόμου ανυψώθηκε, ενώ το άνω κέλυφος δεν ακουμπά πλέον σε κανένα κτίριο. Στις 20 Ιουλίου 2004 και 10 Ιουλίου 2005 η κρήνη υπήρξε θύμα βανδαλισμού. Περιπαικτικά ο λαός της Ρώμης, κατά την εποχή κατασκευής της, αποκαλούσε την κρήνη, "Κρήνη των Μυγών", ειρωνευόμενος την δίψα των Μπαρμπερίνι για εξουσία. Καυτηρίαζαν επίσης το γεγονός ότι οι μέλισσες (σύμβολο της οικογένειας) καταναλώνουν το νερό χωρίς να το επιστρέφουν σε ίσες ποσότητες. Σύμφωνα με μια ιστορία, στο παρελθόν η επιγραφή αφιέρωνε την κρήνη στον εορτασμό του 22ου έτους της θητείας του Πάπα Ουρβανού Η'. Επειδή αυτό όμως ήταν ένα μελλοντικό γεγονός, στον Πασκουίνο, ένα από τα λεγόμενα "ομιλούντα αγάλματα" της πόλης, όπου ο λαός άφηνε σατιρικά μηνύματα, αναγράφηκε η απάντηση του λαού: "Οι Μπαρμπερίνι απομύζησαν όλον τον κόσμο, τώρα επιθυμούν να απομυζήσουν και το χρόνο". Τελικά από το λατινικό αριθμό της επιγραφής ΧΙΙ αφαιρέθηκε το ένα Ι, ωστόσο ήταν ήδη αργά. Ο Ουρβανός απεβίωσε οκτώ ημέρες πριν την έναρξη του 22ου έτους της θητείας του.


Μιχαήλ Άγγελος

Ο Μικελάντζελο ντι Λοντοβίκο Μπουοναρότι Σιμόνι (Michelangelo di Lodovico Buonarroti Simoni, 6 Μαρτίου 1475 - 18 Φεβρουαρίου 1564(, γνωστός περισσότερο ως Μιχαήλ Άγγελος, ήταν γλύπτης, ζωγράφος, αρχιτέκτονας και ποιητής της Αναγέννησης. Σήμερα αναγνωρίζεται ως ένας από τους σπουδαιότερους δημιουργούς στην ιστορία της τέχνης. Υπήρξε ο μοναδικός καλλιτέχνης της εποχής, του οποίου η βιογραφία εκδόθηκε πριν το θάνατό του, στους Βίους του Τζόρτζιο Βαζάρι, ο οποίος επέλεξε να τον τοποθετήσει στην κορυφή των καλλιτεχνών, χρησιμοποιώντας για τον Μιχαήλ Άγγελο το προσωνύμιο ο θεϊκός (Il Divino). Στα δημοφιλέστερα έργα του ανήκουν οι νωπογραφίες που φιλοτέχνησε για το Παπικό παρεκκλήσιο του Βατικανού (Καπέλα Σιξτίνα), το άγαλμα του Δαβίδ και η Πιετά (αποκαθήλωση) στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου, στη Ρώμη.
Ο Τζάκομο ντέλλα Πόρτα (ιταλικά: Giacomo della Porta, περίπου 1532 – 1602) ήταν Ιταλός αρχιτέκτονας και γλύπτης, ο οποίος εργάστηκε για πολλά σημαντικά κτίρια στην πόλη της Ρώμης, συμπεριλαμβανομένης και της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου. Ως αποτέλεσμα, κέρδισε τον τίτλο του Αρχιτέκτονα του Ρωμαϊκού Λαού. Κατά τη διάρκεια της μακράς καριέρας του, ολοκλήρωσε μια πληθώρα έργων για πολλούς Πάπες και μέλη της ρωμαϊκής αριστοκρατίας.


Jiacomo della Porta

Ο Τζάκομο ντέλλα Πόρτα γεννήθηκε στην Πορλέτσα της Λομβαρδίας. Στο έργο του επηρεάστηκε από το Μιχαήλ Άγγελο, με τον οποίο συνεργάστηκε, καθώς και από τον Τζάκομο Μπαρότσι ντα Βινιόλα, τον δάσκαλό του στην αρχιτεκτονική. Μετά το 1563 εκτέλεσε έργα του Μιχαήλ Αγγέλου για την ανοικοδόμηση ανοιχτών χώρων της Ρώμης. Στον Καπιτωλίνο, επενέβη στην πρόσοψη και τα σκαλιά του Παλάτσο Σανατόριο, αλλά και στην Κορντονάτα Καπιτολίνα. Μετά το θάνατο του Βινιόλα το 1573, συνέχισε την κατασκευή της Εκκλησίας του Ιησού, ενώ το 1584 έκανε μετατροπές στην πρόσοψη βάσει δικών του σχεδίων. Κατέστησε την πρόσοψη του Σαν Λουίτζι ντέι Φραντσέζι ένα διακοσμητικό έργο ανεξάρτητο από το κυρίως σώμα της κατασκευής, μια μέθοδος που βρήκε πολλούς μιμητές αργότερα. Από κοινού με τον Κάρλο Μαντέρνο έχτισε το ναό του Σαν Τζοβάννι ντέι Φιορεντίνι σύμφωνα με σχέδια του Σανσοβίνο.
Από το 1573 αποτέλεσε τον επικεφαλής της ανοικοδόμησης της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου, και αργότερα, σε συνεργασία με τον Ντομένικο Φοντάνα, ολοκλήρωσε το θόλο το 1588-1590.
Ο Τζάκομο ντέλλα Πόρτα κατασκεύασε πολλές από τις κρήνες της πόλης που χρονολογούνται το 16ο αιώνα. Ανάμεσά τους συναντούμε τα συντριβάνια στην Πιάτσα ντελ Πόπολο, καθώς και τις Φοντάνα ντι Νετούνο και Φοντάνα ντελ Μόρο στην Πιάτσα Ναβόνα. Απεβίωσε στη Ρώμη το 1602.


Rafaello

O Ραφαήλ ή Ραφαέλο Σάντσιο (ιταλ. Raffaello Sanzio, 28 Μαρτίου ή 6 Απριλίου 1483 - 6 Απριλίου 1520) ήταν Ιταλός ζωγράφος και αρχιτέκτονας της ύστερης Αναγέννησης. Υπήρξε ένας από τους επιφανέστερους καλλιτέχνες της εποχής του, του οποίου η φήμη και η αξία υπήρξαν ανάλογες με εκείνες του Μιχαήλ Άγγελου και του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Γεννήθηκε στο Ουρμπίνο και μαθήτευσε αρχικά στο πλευρό του πατέρα του, Τζιοβάνι Σάντι, και αργότερα εκπαιδεύτηκε στο εργαστήριο του Περουτζίνο. Παράλληλα, ήρθε νωρίς σε επαφή με κύκλους μορφωμένων ουμανιστών.
Τα πρώιμα έργα του χρονολογούνται στις αρχές του 16ου αιώνα και φιλοτεχνήθηκαν κατά κύριο λόγο στην Περούτζια, πριν εγκατασταθεί στη Φλωρεντία και αργότερα στη Ρώμη. Εκεί ολοκλήρωσε ορισμένα από τα σπουδαιότερα έργα του, μεταξύ των οποίων οι τοιχογραφίες στο Βατικανό. Αυτά τα έργα ακολούθησαν τη λεγόμενη Σχολή των Αθηνών, ως έκφραση κλασικής τέχνης. Ως αρχιτέκτων προσανατολίστηκε στις επιλογές του Μπραμάντε, μετά το θάνατο του οποίου ανέλαβε τη διεύθυνση των έργων στην εκκλησία του Αγίου Πέτρου. Πέθανε απρόσμενα σε ηλικία 37 ετών στη Ρώμη. Χαρακτηρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους της Ευρώπης, του οποίο το έργο θαυμάζεται για την καθαρότητα της φόρμας του και τη δεξιοτεχνία του.
Ο Ραφαήλ προσλήφθηκε για να διακοσμήσει με νωπογραφίες τέσσερα δωμάτια στο Αποστολικό Παλάτι του Βατικανού. Σήμερα, αυτά τα δωμάτια ονομάζονται "τα δωμάτια Ραφαήλ" ή "Stanze di Rafaello" στην Ιταλική.

CONTRAPPOSTO και SFUMMATO

Ραφαέλλο Σάντι ή Σάντσιο του Ουρμπίνο, Η Σχολή των Αθηνών



Ευχαριστούμε την καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης κα Δώρα Καραγκούνη για τη διδασκαλία της στο έργο του Ραφαέλλο.





Ηλιόδωρος


Η πόλη φλεγόμενη


Η Σχολή των Αθηνών (Βατικανό)


Οι Κύριες και οι Θεολογικές Αρετές


Άγιος Πέτρος


Η ομάδα του Παρνασσού



Υπενθυμίζουμε πως ο Ραφαέλλο γεννήθηκε το 1483 στο δουκάτο Ουρμπίνο, το οποίο αποτελούσε την εποχή εκείνη σημαντικό πνευματικό κέντρο, κατά την περίοδο της ηγεμονίας του Φεντερίκο ντα Μοντεφέλτρο. Ο πατέρας του, Τζοβάνι Σάντι, ήταν διακεκριμένος ζωγράφος που συχνά πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην Αυλή του δούκα και έχαιρε επίσης ιδιαίτερης εκτίμησης ως ποιητής και χρονικογράφος. Πέθανε όταν ο Ραφαήλ ήταν μόλις έντεκα ετών και ενώ, τρία χρόνια νωρίτερα, είχε πεθάνει η μητέρα του, Μάγια ντι Μπατίστα Κιάρλα. Υπήρξε ο πρώτος δάσκαλος του γιου του στη ζωγραφική, ο οποίος σύμφωνα με τον Τζόρτζιο Βαζάρι μαθήτευσε αργότερα στο πλευρό του Περουτζίνο, στην Περούτζια. Ο τελευταίος αποτελούσε έναν από τους πλέον διακεκριμένους και επιτυχημένους ζωγράφους της εποχής, αναλαμβάνοντας την εκπαίδευση του Ραφαήλ ενώ βρισκόταν στην κορυφή της δόξας του. Η άφιξή του στην Περούτζια και η έναρξη της συνεργασίας του με τον Περουτζίνο δεν έχει προσδιοριστεί με ακρίβεια, ωστόσο τοποθετείται περίπου το 1495.


Peruggino, Μαντόνα


Ραφαέλλο, Μαντόνα Σιξτίνα


Ραφαέλλο, Μαντόνα και βρέφος


Ραφαέλλο, Μαντόνα και βρέφος


Φρα Αντζέλικο Λίππι, Μαντόνα και βρέφος


Ραφαέλλο, η Μαντόνα της Σετζόλα



Peruggino, Λορέντζος



Peruggino, Pieta


Η πρώτη επίσημη καταγραφή της δραστηριότητάς του χρονολογείται στις 10 Δεκεμβρίου του 1500, σύμφωνα με έγγραφο που πιστοποιεί πως ανέλαβε να φιλοτεχνήσει ένα ιερό, με προθεσμία έως το Σεπτέμβριο του 1502. Ανέλαβε τις πρώτες παραγγελίες έργων του για εκκλησίες στην Τσιττά ντι Καστέλλο και στην Περούτζια, πόλεις που βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από το Ουρμπίνο, ενώ φιλοτέχνησε επίσης τα σχέδια για μία σειρά νωπογραφιών για τη Biblioteca Piccolomini της Σιένα, έργο που ανέλαβε να ολοκληρώσει ο Μπερναρντίνο Πιντουρίκιο. Η πιθανώς παλαιότερη και άθικτη μέχρι σήμερα εικόνα που φιλοτέχνησε για την εκκλησία του Αγίου Δομήνικου στην Τσιττά ντι Καστέλλο, μία σύνθεση με θέμα τη σταύρωση του Χριστού (π.1502-3, Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου), παρουσιάζει αρκετά κοινά στοιχεία με έργα του Περουτζίνο, γεγονός που μαρτυρά την επίδραση του τελευταίου στην τεχνοτροπία του Ραφαήλ.


H "νομαδική" ζωή του Ραφαέλλο σε διάφορες πόλεις της βόρειας Ιταλίας επισκιάσθηκε από την παραμονή του στη Φλωρεντία, ίσως από το 1504. Ο "ζωγράφος του Ουρμπίνο", αποδεσμευόμενος σταδιακά από την επιρροή του δάσκαλού του Περουτζίνο, τώρα επηρεάζεται από τον Φρα Μπαρτολομέο και, κυρίως, από τον Λεονάρντο ντα Βίντσι, που εκείνη την περίοδο είχε επιστρέψει στην πόλη. Στις συνθέσεις του Ραφαέλλο εμφανίζονται σιγά σιγά γυμνοί πολεμιστές, πορτραίτα γυναικών σε τρία τέταρτα, η θεματική της Αγίας Οικογένειας, κοκ. Στην "Αγία Αικατερίνη της Αλεξάνδρειας" ο Ραφαέλλο υιοθετεί το contrapposto, ενώ η τεχνική χρωματισμού του γίνεται με sfummato, ώστε να αποδοθεί η διαφάνεια της ανθρώπινης σάρκας. Για πρώτη φορά εμφανίζονται, στα έργα του, οι "ματιές" που διασταυρώνονται ανάμεσα στις ομάδες που πλαισιώνουν τις πολυπρόσωπες συνθέσεις τους.


Αγία Αικατερίνη



Aντίγραφο της χαμένης "Λήδας με τον Κύκνο" του Μικελάντζελο, που υποτίθεται πως επηρέασε το contrapposto του Ραφαέλλο



Το κοντραππόστο στο άγαλμα "Δαβίδ" του Μικελάντζελο

O Leonardo da Vinci ήταν πάνω από τριάντα χρόνια γεροντότερος από τον Ραφαέλλο, αλλά ο Μιχαήλ Άγγελος, που βρισκόταν εκείνη την περίοδο στη Ρώμη, ήταν μόλις οκτώ χρόνια μεγαλύτερός του. Ο Μιχαήλ Άγγελος απεχθανόταν τον Λεονάρντο ντα Βίντσι, και σταδιακά έφτασε να απεχθάνεται και τον Ραφαέλλο, αποδίδοντάς του συνωμοσίες εις βάρος του. Η "Εναπόθεσις του σώματος του Ιησού" αντλεί τη θεματική της από κλασικές ρωμαϊκές σαρκοφάγους και είναι δείγμα ενός πρώιμου κλασικισμού.



Ραφαέλλο, Προσωπογραφία του Μπίνο Αλτόβιτι


Ραφαέλλο, Η διάσωση του Μωϋσή


Rafaello, Πορτραίτο Κυρίας που κρατά μονόκερω


Ραφαέλλο, Οι τρεις Χάριτες

Συγκρίνετε με τις μεταγενέστερες "Τρεις Χάριτες" του Ρούμπενς



MICHELANGELO BUONAROTTI

Το έργο του Μιχαήλ Άγγελου δίδαξε η Δώρα Καραγκούνη, προβάλλοντας έργα γλυπτικής και ζωγραφικής, καθώς και διαφάνειες από την Capella Sixtina.


ΜΙχαήλ Άγγελος, Pieta (Αποκαθήλωσις)



Υπενθυμίζουμε ότι ο Μιχαήλ Άγγελος απεικόνισε τεράστια και απόκοσμη την Κυμαία Σίβυλλα στην οροφή της Καπέλα Σιξτίνα στο Βατικανό (1508-1512). Στην ιταλική Κύμη κατέφυγε όταν εκδιώχθηκε από τη Ρώμη (509)π.Χ.), ο Ταρκύνιος ο Υπερήφανος, ο έβδομος κατά παράδοση και τελευταίος βασιλιάς της Ρώμης ετρουσκικής καταγωγής. Λέγεται μάλιστα ότι ο παππούς του ήταν Έλληνας από την Κόρινθο.Στον Ταρκύνιο τον Υπερήφανο – σύμφωνα πάλι με την παράδοση – παρουσιάστηκε η Κυμαία Σίβυλλα, που ήταν ιδιαιτέρως σεβαστή στους Ρωμαίους, και του άφησε τρία από τα εννέα βιβλία με τους σιβυλλικούς χρησμούς γύρω από την θρησκεία και την πολιτική των Ρωμαίων.


Μιχαήλ Άγγελος, Δελφική Σίβυλλα (προσέξτε την κόρη και συγκρίνετέ την με την απόδοση της Θεοτόκου στην Pieta, καθώς και με το πρόσωπο του Δαβίδ. Σημειώστε τον αμφίρροπο χαρακτήρα με τον οποίον αποδίδονται τα γνωρίσματα του φύλου)













Μιχαήλ Άγγελος, Δαβίδ (κεφάλι)




ΜΙχαήλ Άγγελος, ανδρικό γυμνό (Καπέλα Σιξτίνα)








Μιχαήλ Άγγελος, προσχέδιο για Madonna




Μιχαήλ Άγγελος, προσχέδιο για ανδρικό γυμνό



ΚΑΠΕΛΑ ΣΙΞΤΙΝΑ

Πανοραμική άποψη της οροφής



H KΥΜΑΙΑ ΣΙΒΥΛΛΑ

Στο κλασικό μακροσκελές ποίημα του T. S. Eliot Η ΕΡΗΜΗ ΧΩΡΑ, (μετάφραση του Waste Land από τον Σεφέρη) υπάρχει η εξής παραπομπή στα αρχαία Ελληνικά και στα Λατινικά:

Nam Sibyllam quidem Cumis ego ipse oculis meis vidi in ampulla pendere, et cum illi pueri dicerent: Σίβυλλα τί θέλεις; respondebat illa: ἀποθανεῖν θέλω.


(μετάφραση: "Γιατί είδα με τα ίδια μου τα μάτια τη Σίβυλλα να κρέμεται σε μια φιάλη, και όταν τα νεαρά αγόρια την ερώτησαν "Σίβυλλα, τι θέλεις;", εκείνη απάντησε:"Να πεθάνω θέλω!")




Η προσωνυμία της ηλικιωμένης αυτής εκ των τεσσάρων γυναικείων Σιβυλλών του Μιχαήλ Άγγελου προέρχεται από την Κύμη Ευβοίας και την αρχαία αποικία της Cuma της Ιταλίας (σήμερα Κύμη ή παραδοσιακά Κούμη, πασίγνωστη η αρχαία προφήτης Κυμαία Σίβυλλα, Cumaea Sibylla.

Στην ιστορία του πολιτισμού λίγες πόλεις είχαν το προνόμιο και την τιμή να διατελέσουν εκπολιτιστικές μητροπόλεις. Μια από αυτές υπήρξε η αρχαία Κύμη.Το 754π.Χ. η ευβοική Κύμη ίδρυσε μαζί με τους Χαλκιδείς την ιταλική Κύμη (Cuma).

Η ιταλική Κύμη υπήρξε η αρχαιότερη ελληνική αποικία της Κάτω Ιταλίας και Σικελίας και οι κάτοικοί της είναι οι πρώτοι Έλληνες με τους οποίους ήρθαν σε επαφή οι τραχείς Λατίνοι και οι μυστηριώδεις Ετρούσκοι ή Τυρρηνοί. Στην ελληνική αποστολή που αποίκισε την περιοχή αυτή μετείχαν και κάποιοι Γραίοι, κάτοικοι της βοιωτικής Γραίας, γειτονικά της Τανάγρας, από τους οποίους σχημάτισαν οι Λατίνοι το εθνικό όνομα Graeci (Γραικοί) που χαρακτήρισε στη συνέχεια όλους τους Έλληνες.

Εκεί και τότε πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση του αρχαιοελληνικού με το ρωμαικό πολιτισμό. Οι Έλληνες άποικοι μετέδωσαν στους ντόπιους το χαλκιδικό αλφάβητο από το οποίο γεννήθηκε το το λατινικό. Για το λόγο αυτό το λατινικό αλφάβητο διασώζει, όπως και όλες οι σύγχρονές μας λατινογενείς γλώσσες, 8 γράμματα όμοια με τα ευβοικά (C,D,F,L,P,R,S,X).

Εκτός από το αλφάβητο οι Έλληνες δίδαξαν στους ντόπιους τη χαλκουργία και τους μετέφεραν ελληνικούς μύθους, παραδόσεις, λατρευτικές συνήθειες. Με λίγα λόγια μετακένωσαν στο «agresti Latio» τον ελληνικό πολιτισμό και το μπόλιασαν με τους δυναμογόνους χυμούς του.

Ο μεγάλος Ρωμαίος επικός ποιητής Βιργίλιος απαθανατίζει στο 3ο βιβλίο της Αινειάδας του την Cumaeam urbem (Κυμαία πόλη) και στο 6ο την θεόπνευστη μάντιδα, Cumaeam Sibyllam (Κυμαία Σίβυλλα) που συμβουλεύει τον Αινεία πως θα κατέβει στον Κάτω Κόσμο. Με μοναδική ευκολία οι Λατίνοι αφομοιώνουν τις ελληνικές επιδράσεις και ενσωματώνουν στο χτίσιμο της παράδοσής τους τόπους και πρόσωπα ελληνικά. Σύμφωνα με το θρύλο ο Απόλλωνας χάρισε στην Κυμαία Σίβυλλα, τη Διηφόβη, μακραίωνα ζωή όχι όμως και άφθαρτη νεότητα.

Υπενθυμίζουμε ότι ο Μιχαήλ Άγγελος απεικόνισε τεράστια και απόκοσμη την Κυμαία Σίβυλλα στην οροφή της Καπέλα Σιξτίνα στο Βατικανό (1508-1512). Στην ιταλική Κύμη κατέφυγε όταν εκδιώχθηκε από τη Ρώμη (509)π.Χ.), ο Ταρκύνιος ο Υπερήφανος, ο έβδομος κατά παράδοση και τελευταίος βασιλιάς της Ρώμης ετρουσκικής καταγωγής. Λέγεται μάλιστα ότι ο παππούς του ήταν Έλληνας από την Κόρινθο.Στον Ταρκύνιο τον Υπερήφανο – σύμφωνα πάλι με την παράδοση – παρουσιάστηκε η Κυμαία Σίβυλλα, που ήταν ιδιαιτέρως σεβαστή στους Ρωμαίους, και του άφησε τρία από τα εννέα βιβλία με τους σιβυλλικούς χρησμούς γύρω από την θρησκεία και την πολιτική των Ρωμαίων.

Πρωταγωνιστικός υπήρξε κατά συνέπεια ο ρόλος της Εύβοιας στη δημιουργία της Μεγάλης Ελλάδος και του πολιτισμού της. Από την πρώτη αυτή ελληνική πόλη στην Ιταλία (Cuma, επίθετο cumaeus – a- um) πήρε και η Σίβυλλα την προσωνυμία Cumaea.







Μιχαήλ Άγγελος, Αδάμ (από τη δημιουργία του Αδάμ, Καπέλα Σιξτίνα)




Ανδρικό γυμνό (λεπτομέρεια, Καπέλα Σιξτίνα)




ΟΙ ΔΟΥΛΟΙ ΠΟΥ ΒΓΑΙΝΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΤΡΑ: Μιχαήλ Άγγελος








Η Δημιουργία (λεπτομέρεια, Καπέλα Σιξτίνα)




Σίβυλλα (Καπέλα Σιξτίνα)






Δευτέρα Παρουσία (λεπτομέρεια, Καπέλα Σιξτίνα)




Προφήτης Ιερεμίας (Καπέλα Σιξτίνα)




Μιχαήλ Άγγελος, εκπεσών άνθρωπος (λεπτομέρεια από τη Δευτέρα Παρουσία, Καπέλα Σιξτίνα, πιθανόν με αυτοπροσωπογραφία)










ΜΙχαήλ Άγγελος , Δευτέρα Παρουσία ( Η Υστάτη Κρίσις, Καπέλα Σιξτίνα, συνολική θέα της σύνθεσης)




ΜΙχαήλ Άγγελος, Ο πειρασμός των πρωτοπλάστων (Καπέλα Σιξτίνα)




Μαζάτσιο, η εκδίωξη των πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο



Ο ΜΠΟΤΙΤΣΕΛΛΙ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΕΙΤΑΙ:


Αφού φθάσαμε λοιπόν στην Αναγέννηση, άς αυτοπαρουσιασθώ κι εγώ: ονομάζομαι Μποτιτσέλι.

Σχεδόν το σύνολο των πληροφοριών για τη ζωή μου προέρχεται από τη βιογραφία μου του Τζόρτζιο Βαζάρι, καθώς και από επίσημα έγγραφα της εποχής. Γεννήθηκα το 1445 στη Φλωρεντία και ήμουν το τελευταίο παιδί του βυρσοδέψη Μαριάνο ντι Βάνι και της Σμεράλντα. Σε νεαρή ηλικία άρχισα να ασκούμαι ως χρυσοχόος/χρυσοτέχνης, αξιοσέβαστο επάγγελμα της εποχής μου, το οποίο ακολούθησαν στα πρώτα τους βήματα και άλλοι ζωγράφοι της Αναγέννησης. Σε ηλικία περίπου δεκαοκτώ ετών αποφάσισα να εγκαταλείψω τη χρυσοτεχνία και να ασχοληθώ με τη ζωγραφική.


Μαθήτευσα στο πλευρό του φρα Φιλίπο Λίπι (περ. 1406-1469), ενός από τους διασημότερους ζωγράφους της Φλωρεντίας, ο οποίος συνεργαζόταν με ισχυρές οικογένειες της πόλης, όπως με αυτήν των Μεδίκων, σε σημαντικές παραγγελίες. Έμεινα στο εργαστήριο του Λίππι, στο Πράτο, από το 1461 μέχρι το 1467 και ο πρώτος πίνακας που φιλοτέχνησα, μία Προσκύνηση των Μάγων, ολοκληρώθηκε στην περίοδο 1465-67.Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών μου κοντά στον Λίπι, επέστρεψα στη γεννέτειρά μου και απέκτησα το δικό μου εργαστήριο.



Την ίδια περίοδο, δέχθηκα την επιρροή του Αντρέα ντελ Βερόκιο, δασκάλου του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Μία από τις πρώτες παραγγελίες που ανέλαβα χρονολογείται με ακρίβεια στο 1470 και περιλάμβανε μία σειρά πινάκων που θα απεικόνιζαν τις επτά βασικές αρετές (δύναμη, πίστη, ελπίδα, δικαιοσύνη, αγάπη, σύνεση και εγκράτεια), για λογαριασμό ενός ειδικού δικαστηρίου, με αρμοδιότητα σε υποθέσεις εμπορικού δικαίου. Παρέδωσα τελικά μόνο τη Δύναμη, έργο για το οποίο έλαβα την αμοιβή μου στις 18 Αυγούστου 1470. Δύο χρόνια αργότερα, έγινα μέλος της συντεχνίας του Αγίου Λουκά, ενώ στα πρακτικά της συντεχνίας αναφέρεται επίσης ο γιος του δασκάλου μου και ζωγράφος Φιλιπίνο Λίπι ως βοηθός μου.



Το 1474 ταξίδεψα στην Πίζα, όπου κατόπιν παραγγελίας ανέλαβα να φιλοτεχνήσω νωπογραφίες για το Καμποσάντο, ωστόσο εργάστηκα τελικά για τη διακόσμηση του καθεδρικού ναού της πόλης φιλοτεχνώντας την Ανάληψη της Παναγίας, έργο που όμως δεν ολοκλήρωσα ποτέ. Στη δεκαετία του 1470 τελείωσα αρκετές προσωπογραφίες μέσα από τις οποίες εδραιώθηκε η φήμη μου, όπως φαίνεται από το γεγονός πως φιλοτέχνησα πορτραίτα επιφανών προσωπικοτήτων της υψηλής κοινωνίας της Φλωρεντίας. Στα σημαντικότερα από αυτά ανήκει η Προσωπογραφία του Τζουλιάνο των Μεδίκων (περ. 1476-78) καθώς και η Προσωπογραφία νέου που κρατά μετάλλιο του Κόζιμο των Μεδίκων (περ. 1475).


Συνδέθηκα στενά με την οικογένεια των Μεδίκων και μέσα από τον ευρύτερο κύκλο των γνωριμιών της, ήλθα για πρώτη φορά σε επαφή με τις ιδέες του νεοπλατωνισμού. Το 1480, η οικογένεια Βεσπούτσι μου ανέθεσε μία νωπογραφία για την εκκλησία των Αγίων Πάντων στη Φλωρεντία, με θέμα το όραμα του Αγίου Αυγουστίνου στο οποίο εμφάνισα τον Άγιο Ιερώνυμο. Το έργο αυτό, επρόκειτο να συνοδεύσει τη νωπογραφία του Αγίου Ιερώνυμου, έργο του Ντομένικο Γκιρλαντάγιο.




Τον επόμενο χρόνο επισκέφθηκα τη Ρώμη, προσκεκλημένος του πάπα Σίξτου Δ', προκειμένου να διακοσμήσω μαζί με άλλους διακεκριμένους ζωγράφους της εποχής όπως ο Γκιρλαντάγιο, ο Κόζιμο Ροσέλι και ο Περουτζίνο, τους τοίχους της Καπέλα Σιξτίνα. Έκαμα, για τον σκοπό αυτόν, δύο νωπογραφίες στις οποίες απεικονίζω τους Πειρασμούς του Χριστού και την Εξέγερση των Εβραίων. Επέστρεψα στη Φλωρεντία την άνοιξη του 1482 και τα επόμενα χρόνια ολοκλήρωσα αρκετά αλληγορικά έργα, με θέματα δανεισμένα από τη μυθολογία, χωρίς ωστόσο να εγκαταλείψω τις θρησκευτικές συνθέσεις. Σε αυτή την περίοδο ανήκει και ένα από τα σημαντικότερα έργα μου, η Αλληγορία της Άνοιξης (La Primavera), πίνακας που συμβολίζει τον ερχομό της ομώνυμης εποχής και αποτελεί ένα από τα πλέον δυσερμήνευτα έργα μου. Κεντρική μορφή του έργου είναι η θεά του έρωτα Αφροδίτη, την οποία απεικονίζω στον κήπο της, πλαισιωμένη από τις τρείς Χάριτες που εκτελούν ένα κυκλικό χορό, τον αγγελιοφόρο Ερμή, τον φτερωτό Έρωτα, τη θεά των λουλουδιών Φλώρα και τον Ζέφυρο, ο οποίος κυνηγά μία νύμφη. Εμπνεύστηκε την Άνοιξη από το έργο του ποιητή της αυλής των Μεδίκων, Άντζελο Πολιτσιάνο, ενώ άλλες γραπτές πηγές μου είναι το έργο του Οβίδιου Fasti, καθώς και το De rerum natura του Λουκρήτιου.

Το 1482 συμμετείχα στη διακόσμηση της Sala dei Gigli στο Παλάτσο Βέκιο, αν και δεν σώζεται κανένα ίχνος από το έργο μου. Τον επόμενο χρόνο φιλοτέχνησα τέσσερις σκηνές, βασισμένες στο Δεκαήμερο του Βοκάκιου, παραγγελία του εμπόρου της Φλωρεντίας Αντόνιο Πούτσι. Τους πίνακες προόριζα ως δώρο για το γάμο του γιου μου, Τζιανότσο, και απεικόνιζαν την ιπποτική ιστορία αγάπης με πρωταγωνιστή τον ήρωα Ναστάζιο ντέλι Ονέστι. Στα μέσα της δεκαετίας του 1480 ολοκλήρωσα επίσης έναν από τους πλέον δημοφιλείς πίνακές μου, τη Γέννηση της Αφροδίτης, που αποτέλεσε παραγγελία της οικογένειας των Μεδίκων, καθώς πέρασε στην κατοχή της στις αρχές του 16ου αιώνα. Ο Το έργο το έφτιαξα χρησιμοποιώντας ως πηγή τον Όμηρο και απεικόνισα τη στιγμή κατά την οποία η Αφροδίτη φθάνει στο νησί των Κυθήρων, μετά τη γέννησή της. Στο αριστερό άκρο του πίνακα, απέδωσα το Ζέφυρο μαζί με την Αύρα, οι οποίοι προσπαθούν να φυσήξουν έτσι ώστε η Αφροδίτη να φτάσει στη στεριά όπου θα την υποδεχτεί μία από τις Ώρες. Εκαμα την Αφροδίτη ν΄αποδίδει τις κλασικές αναλογίες των αρχαίων αγαλμάτων, ενώ για τη στάση της ακολούθησα το πρότυπο της Αιδήμονος Αφροδίτης (Venus Pudica).


Δεν με άφησε αδιάφορο η έξαρση του θρησκευτικού συναισθήματος που σημειώθηκε στη Φλωρεντία στα τέλη του 1480 με υπαίτιο τον μοναχό Τζιρόλαμο Σαβοναρόλα. Στην προτροπή του τελευταίου, προς τους πολίτες της Φλωρεντίας, να ρίξουν στην «πυρά της ματαιοδοξίας» (falò delle vanità) όλα τα πολύτιμα αντικείμενά τους, αναταποκρίθηκαν αρκετοί ζωγράφοι της εποχής μου καταστρέφοντας μέρος των έργων τους, αλλά εγώ δίστασα. Η επίδραση του Σαβοναρόλα αποτυπώθηκε στο έργο μου και ειδικότερα μέσα από την εμφανή μείωση των πινάκων μου με κοσμικά θέματα. Ο τελευταίος μη θρησκευτικός πίνακας που φιλοτέχνησα ήταν Η Συκοφαντία του Απελλή (1495), έργο μου που βασίστηκε σ’ ένα χαμένο έργο του ζωγράφου της αρχαιότητας Απελλή, γνωστό μόνο μέσα από τους Νεκρικούς Διαλόγους του Λουκιανού.



Ένα από τα σημαντικότερα έργα μου σε αυτή την περίοδο, ενδεικτικό της επιρροής που μου άσκησε ο Σαβοναρόλα αλλά και της θρησκευτικής έξαρσης της εποχής, υπήρξε επίσης η Μυστική Γέννηση (1500), μια εκδοχή του θέματος της προσκύνησης των ποιμένων που έφτιαξα μετά τον απαγχονισμό του Σαβοναρόλα. Είναι ο μοναδικός πίνακας που φέρει την υπογραφή μου καθώς και την ημερομηνία ολοκλήρωσής του, χάρη στην αρχαία ελληνική επιγραφή που φιλοτέχνησα ο ίδιος και στην οποία γράφω:"Εγώ, ο Αλέξανδρος, ζωγράφισα το έργο αυτό, στο τέλος του έτους 1500, σε καιρούς ταραγμένους για την Ιταλία, στο μισό του χρόνου, κατά την εκπλήρωση της προφητείας του 11ου κεφαλαίου [της Αποκάλυψης] του Ιωάννη, στην εποχή της δεύτερης πληγής της Αποκάλυψης, όταν ο διάβολος αφήνεται ελεύθερος για τρεισήμισι χρόνια. Μετά θα αλυσοδεθεί σύμφωνα με το 12ο κεφάλαιο και θα τον δούμε να συντρίβεται, όπως σε αυτόν τον πίνακα."



Στα τελευταία έργα μου υιοθέτησα απλούστερο ύφος, απέριττο και απαλλαγμένο από έντονα διακοσμητικά στοιχεία που θα αποσπούσαν την προσοχή σας από το κεντρικό θέμα, διότι δεν στόχευα στην τέρψη όσο στη διδακτική λειτουργία του πίνακα. Στο τέλος της ζωής μου, διάφορες ασθένειες καθώς και μία αναπηρία εξαιτίας της παραμόρφωσης της πλάτης μου, μου στέρησαν την επαφή με τη ζωγραφική. Πέθανα στις 17 Μαΐου του 1510 και θάφτηκα στο κοιμητήριο της εκκλησίας των Αγίων Πάντων.



ΑΥΤΗ Η ΑΜΦΙΣΗΜΗ IMAGO, ΑΥΤΗ Η...ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΗ FIGURA

Νίκος Ξένιος

"(...)omnis(ergo)figura tanto evidentius veritatem demonstrat quanto apertius -per dissimilem similitudinem- figuram se esse et non veritatem probat"

Quintus Horatius Flaccus

"Κάθε αναπαράσταση (άρα) της πραγματικότητας τόσο εμφανέστερα καταδεικνύει την πραγματικότητα (που αναπαριστά), όσο πιο διάτρανα -λόγω της επιφανειακής ομοιότητος αλλά ουσιαστικής ανομοιότητός της με την πραγματικότητα-αποδεικνύει το γεγονός ότι είναι αναπαράσταση και όχι η ίδια η πραγματικότητα!"

Οράτιος




Αν και η γνώση των ανθρώπινων διαστάσεων και αναλογιών ήταν δεδομένη για πολλούς από τους καλλιτέχνες του 15ου αιώνα, ο Λεονάρντο ήταν ο μοναδικός που επιχείρησε τόσο λεπτομερείς μελέτες. Είναι ακόμα γνωστό από αρκετά σχέδια του πως μελετούσε τις διαστάσεις του ανθρώπινου κρανίου και τις "κοιλότητες" του εγκεφάλου. Σε ένα από τα σχέδια του, αποτυπώνει την αντίληψη που κυριαρχούσε κατά το Μεσαίωνα ,σύμφωνα με την οποία ο εγκέφαλος αποτελείται από τρία τμήματα, το ένα πίσω από το άλλο, με το πρώτο να προσλαμβάνει τα ερεθίσματα, το δεύτερο να τα επεξεργάζεται και το τρίτο να τα αποθηκεύει. Επιπλέον διασώζεται σχέδιο του ντα Βίντσι που αναπαριστά τη συνουσία ενός άνδρα με μια γυναίκα, το οποίο εντάσσεται πιθανότατα σε γενικότερες μελέτες του γύρω από τη λειτουργία των εσωτερικών οργάνων του ανθρώπου. Ο Λεονάρντο διατύπωσε διάφορες απόψεις σχετικά με την επίδραση και τη λειτουργία ουσιών που συνδέονται με διαφορετικά μέρη του σώματος. Πίστευε χαρακτηριστικά πως τα δάκρυα προέρχονταν από την καρδιά, το κέντρο όλων των συναισθημάτων. Η σημασία αυτών των θέσεων --έστω και λανθασμένων -- έγκειται στο γεγονός πως οι ερμηνείες για τα ανθρώπινα συναισθήματα συνδέονταν με συγκεκριμένα όργανα του σώματος. Το περίφημο έργο του Μυστικού Δείπνου, σε συνδυασμό με τη μεταγενέστερη δημιουργία της Μόνα Λίζα απογείωσαν τη φήμη του ντα Βίντσι.