ΡΩΜΗ

ΡΩΜΗ

Τρίτη 3 Μαρτίου 2015

LOMBARDI ΚΑΙ ΤΟ ΕΞΑΡΧΑΤΟ ΤΗΣ ΡΑΒΕΝΝΑ. Η ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΣΤΟ ΔΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ



Μετά τον θάνατο του Ιουστινιανού συνέβηκαν πολύ σπουδαία γεγονότα στη Βαλκανική χερσόνησο, τα οποία δυστυχώς δεν γνωρίζουμε πολύ καλά λόγω του ελλιπούς πληροφοριακού υλικού.Στη διάρκεια της βασιλείας του Ιουστινιανού οι Σλάβοι, συχνά επιτίθεντο κατά των επαρχιών της Βαλκανικής χερσονήσου, εισχωρώντας στον νότο και απειλώντας ακόμα και τη Θεσσαλονίκη. Οι εισβολές αυτές συνεχίστηκαν και μετά τον θάνατο του Ιουστινιανού. Υπήρχαν τότε στις επαρχίες του Βυζαντίου αρκετοί Σλάβοι, οι οποίοι σιγά - σιγά κατέλαβαν τη χερσόνησο, υποβοηθούμενοι από τους Αβάρους, λαό τουρκικής προέλευσης, που ζούσε την εποχή αυτή στην Παννονία. Οι Σλάβοι και οι Άβαροι απείλησαν την πρωτεύουσα, τις ακτές της θάλασσας του Μαρμαρά και το Αιγαίο και εισχώρησαν στην Ελλάδα, μέχρι την Πελοπόννησο. Η φήμη των εισβολών αυτών έφτασε στην Αίγυπτο όπου ο Ιωάννης, επίσκοπος Νικίου, έγραφε, τον 7ο αιώνα, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φωκά: «Αναφέρεται ότι οι βασιλείς της εποχής αυτής, με τη βοήθεια των βαρβάρων, των ξένων εθνών και των Ιλλυριών, λεηλάτησαν τις πόλεις των Χριστιανών αιχμαλωτίζοντας τους πληθυσμούς τους και ότι δε σώθηκε καμιά πόλη, εκτός από τη Θεσσαλονίκη, της οποίας τα τείχη ήταν πολύ ισχυρά και που έμεινε με τη βοήθεια του Θεού ελεύθερη». Ένας Γερμανός επιστήμονας (Φαλμεράγιερ) του 19ου αιώνα, ανέπτυξε τη θεωρία ότι στα τέλη του 6ου αιώνα οι Έλληνες καταστράφηκαν τελείως από τους Σλάβους.


Στα τέλη του 6ου και στις αρχές του 7ου αιώνα, η επίμονη κίνηση των Σλάβων και Αβάρων, που ο στρατός του Βυζαντίου δεν μπορούσε να αναχαιτίσει, δημιούργησε μια βαθιά εθνογραφική αλλαγή στη χερσόνησο, η οποία κατοικήθηκε σε μεγάλη έκταση από Σλάβους αποίκους. Οι συγγραφείς της περιόδου αυτής γνώριζαν πολύ λίγο τις βόρειες φυλές γενικά και δεν ξεχώριζαν τους Σλάβους από τους Αβάρους, επειδή έπλητταν την αυτοκρατορία από κοινού. Μετά τον θάνατο του Ιουστινιανού, η Ιταλία υποστηριζόταν ανεπαρκώς κατά των επιθέσεων των εχθρών, πράγμα που εξηγεί τη γρήγορη και εύκολη κατάκτησή της από μια νέα γερμανική φυλή, τους Λογγοβάρδους (Lombardi ), οι οποίοι παρουσιάστηκαν λίγα μόνο χρόνια, αφού ο Ιουστινιανός κατέστρεψε το βασίλειο των Οστρογότθων.
Στα μέσα του 6ου αιώνα οι Lombardi, ενωμένοι με τους Αβάρους, κατέστρεψαν το βασίλειο της βάρβαρης φυλής των Γέπιδων, που ήταν στον μέσο Δούναβη. Αργότερα, φοβούμενοι τους συμμάχους τους, κινήθηκαν από την Παννονία προς την Ιταλία, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, υπό την αρχηγία του βασιλιά τους (Konung). Αποτελούνταν από διάφορες φυλές, ανάμεσά τους και Σάξονες.

Ο στρατηγός του Ιουστινιανού και διοικητής της Ιταλίας Ναρσής, είναι εκείνος που προσκάλεσε τους Λογγοβάρδους στην Ιταλία. Το 568 οι Λογγοβάρδοι μπήκαν στη βόρεια Ιταλία. Άγριοι και βάρβαροι, όπως ήταν, λεηλάτησαν όλες τις περιοχές απ' όπου πέρασαν και σύντομα κατέλαβαν τη Βόρεια Ιταλία, η οποία έκτοτε διατήρησε την ονομασία της Λομβαρδίας. Ο διοικητής της Ιταλίας, μη έχοντας τα μέσα να αντισταθεί, έμεινε κλεισμένος στη Ραβέννα, την οποία προσπέρασαν οι βάρβαροι καθώς προχωρούσαν προς τα νότια. Οι μεγάλες τους ορδές απλώθηκαν σχεδόν σ’ όλη την ιταλική χερσόνησο, υποδουλώνοντας με μεγάλη ευκολία όλες τις απροστάτευτες πόλεις. Έφτασαν στη Ν. Ιταλία και γρήγορα κατέλαβαν το Βενεβέντο. Αν και δεν κατέλαβαν τη Ρώμη, κύκλωσαν ωστόσο την επαρχία της Ρώμης από τρία μέρη: από τον βορρά, την ανατολή και το νότο. Απέκοψαν κάθε επαφή της με τη Ραβέννα έτσι ώστε η Ρώμη να μην μπορεί να περιμένει βοήθεια, επειδή ήταν ακόμα πιο δύσκολο να σταλεί βοήθεια από τους απομακρυσμένους ηγέτες της Κωνσταντινούπολης.




Οι Λογγοβάρδοι γρήγορα ίδρυσαν στην Ιταλία ένα μεγάλο γερμανόφωνο βασίλειο. Ο Τιβέριος και ακόμα πιο έντονα ο Μαυρίκιος προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια συμμαχία με τον Φράγκο βασιλιά Childebert II (570-595), ελπίζοντας να τον πείσουν να χτυπήσει τους Λογγοβάρδους στην Ιταλία, αλλά η προσπάθειά τους απέτυχε. Απεστάλησαν πολλές πρεσβείες και από τις δύο πλευρές και ο φράγκος βασιλιάς έστειλε πολλές φορές στρατό στην Ιταλία, όχι για να βοηθήσει τον Μαυρίκιο, αλλά μάλλον για ν' αποκτήσει και πάλι, για τον εαυτό του, τις παλιές κτήσεις των Φράγκων. Χρειάστηκε να περάσουν πάνω από 150 χρόνια προτού οι βασιλείς των Φράγκων κατορθώσουν να καταστρέψουν, ύστερα από έκκληση του Πάπα όμως και όχι του αυτοκράτορα, την κυριαρχία των Λογγοβάρδων στην Ιταλία. Η Ρώμη, εγκαταλελειμμένη στην τύχη της, αφού απέκρουσε περισσότερες από μια πολιορκίες των Λογγοβάρδων, βρήκε τον υπερασπιστή της στο πρόσωπο του Πάπα, ο οποίος ήταν αναγκασμένος όχι μόνο να φροντίζει για την πνευματική ζωή του ποιμνίου του, αλλά και να οργανώνει την άμυνα της πόλης εναντίον των Λογγοβάρδων. Την εποχή αυτή, στα τέλη του 6ου αιώνα, η Ρωμαϊκή εκκλησία παρουσίασε έναν από τους πιο αξιόλογους ηγέτες της, τον Πάπα Γρηγόριο Α', ο οποίος διετέλεσε αρχικά παπικός αποκρισάρης ή νούντσιος στην Κωνσταντινούπολη, όπου έμεινε περίπου 6 χρόνια δίχως να κατορθώσει να μάθει ούτε τα βασικά στοιχεία της ελληνικής γλώσσας. Παρά τη δυσκολία του αυτή όμως, ήξερε πολύ καλά τη ζωή και την τακτική της Κωνσταντινούπολης.

Οι επιτυχίες των Λογγοβάρδων στην Ιταλία δείχνουν καθαρά την αποτυχία της εξωτερικής πολιτικής του Ιουστινιανού, στη Δύση, όπου η αυτοκρατορία δεν μπορούσε να διατηρεί αρκετές δυνάμεις για να συγκρατεί το βασίλειο των Οστρογότθων που κατέκτησε. Θεμελίωσαν επίσης τη βαθμιαία απομάκρυνση της Ιταλίας από τη Βυζαντινή αυτοκρατορία και προετοίμασαν το έδαφος για την επικράτηση του Παπικού Κράτους των επόμενων αιώνων.